Η κλιματική αλλαγή κανεi τις ελιές μη βιώσιμη καλλιέργεια , τι μπορούμε να κάνομε για αυτό

Οι κλιματικές αλλαγές οφείλονται σε φυσικά αίτια καθώς και σε ανθρώπινες δραστηριότητες. Βασικά στοιχεία της κλιματικής αλλαγής είναι η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας και ακραία φαινόμενα όπως καύσωνες ή πλημμύρες, η μείωση του διαθέσιμου νερού και η μείωση της γονιμότητας του εδάφους. Ο ελαιοπαραγωγός υφίσταται τις συνέπειες με τη μορφή ζημιάς στην ανθοφορία και χαμηλής παραγωγής καρπού ή και πλήρους ακαρπίας.
Στην Ισπανία είδη άρχισαν αλλαγές στους κύκλους συγκομιδής και προσανατολισμός σε νέες καλλιέργειες λόγω αυξημένων ξηρασιών αλλά είναι πιο τυχεροί από εμάς γιατί Επιπλέον  στην Ελλάδα έχουμε να αντιμετοπίσουμε και σφοδρές τις φορολογικές καταιγίδες , και διάφορες φορομπηχτικές θύελλες , και δόξα το θεό οι Ελληνικές κυβερνήσεις είναι τόσο εφευρετικές στην επιβολή παράλογων φόρων που δεν χρειάζονται οι κλιματικές αλλαγές για να μας αποτελειόσουν , αλλά δεν είναι τώρα το θέμα μας αυτό.

Το θέμα απασχολεί τα τελευταία χρόνια τους ειδικούς που κάνουν λόγο για παγιωμένη πραγματικότητα της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της, επιβεβαιώνει το σκηνικό των αυξανόμενων ξηρασιών στην Ισπανία. Επί του παρόντος, οι νέες κλιματικές συνθήκες στη χώρα της Ιβηρικής χερσονήσου έχουν επηρεάσει τις γεωργικές αποδόσεις από 32% έως 39%.

Ένα από τα βασικά προβλήματα, που αντιμετωπίζει μεγάλο μέρος της μεσογείου είναι η αύξηση της διάβρωσης του εδάφους και η απώλεια της ποιότητάς του, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι οι κύκλοι ξηρασίας γίνονται όλο και πιο συχνοί. Σε πολλές περιοχές με μονοκαλλιέργειες, που αποτελούνται κυρίως από ελιές, αμπέλια και φρούτα, κατά μέσο όρο χάνονται περίπου 1,3 τόνοι εδάφους ανά στρέμμα, αν και στην περίπτωση των ποωδών καλλιεργειών η απώλεια μπορεί να ανέλθει στους 3 τόνους.

Οι δυσμενείς συνθήκες, σε συνδυασμό με την έλλειψη νερού, αναγκάζουν τους παραγωγούς να αλλάξουν τις συνήθειες σποράς και συγκομιδής, πάντα ανάλογα με τον τύπο της καλλιέργειας, επισπεύδοντας τα προγράμματα παραγωγής τους ή επενδύοντας σε ποικιλίες σύντομου κύκλου για να μπορέσουν να συγκομίσουν δύο φορές.

Παρότι το υπουργείο Γεωργίας, Αλιείας, Τροφίμων και Περιβάλλοντος (Mapama) της Ισπανίας δεν έχει ακόμη συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία επί του ζητήματος, οι ερευνητές ενδιαφέρονται ολοένα και περισσότερο για την εξεύρεση νέων ποικιλιών που θα είναι πιο ανθεκτικές στην ξηρασία ή για την καλλιέργεια οπωροφόρων δέντρων και αμπελώνων σε μεγάλα υψόμετρα. Σε ορισμένες περιοχές της κοιλάδας του Γκουανταλκιβίρ, όπου οι καιρικές προβλέψεις δείχνουν αύξηση των θερμοκρασιών τα επόμενα χρόνια, αναζητούνται εναλλακτικές λύσεις για την αντικατάσταση των ελαιοδέντρων με εσπεριδοειδή, που δεν χρειάζονται τόσο ψυχρές συνθήκες.

Η κατάσταση αυτή δίνει νέα βαρύτητα σε γνωστές μελέτες της Διακυβερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC), η οποία έχει αναπτύξει εκθέσεις αξιολόγησης, που περιγράφουν το απότοκο της κλιματικής αλλαγής. Όμως και άλλα έργα, όπως το πρόγραμμα Life Agri Adapt, έχουν εξηγήσει τις επιπτώσεις για την Ευρώπη, και ειδικά για τις μεσογειακές γεωργικές περιοχές, οι οποίες θα επηρεαστούν ιδιαίτερα από τις αυξημένες θερμοκρασίες και τη μείωση των βροχοπτώσεων, που μάλιστα θα είναι κυρίως καταρρακτώδεις ή υπό τη μορφή χαλαζιού.


Ανάλυση με τις βέλτιστες γεωργικές πρακτικές, αξιοποιώντας και τα συμπεράσματα του προγράμματος oLIVECLIMA του LIFE+ της ΕΕ.

Βέλτιστες γεωργικές πρακτικές 
Ανακύκλωση κλαδεμάτων ως υλικό εδαφοκάλυψης και θρέψης
Η συνηθισμένη πρακτική διαχείρισης των κλαδιών μετά το κλάδεμα των ελαιόδεντρων είναι η άμεση καύση τους στο χωράφι. Αυτή η πρακτική έχει πολλά μειονεκτήματα, τα κυριότερα των οποίων είναι η απελευθέρωση στην ατμόσφαιρα αερίων θερμοκηπίου και η καταστροφή ενός πολύτιμου οργανικού υλικού. Η πρακτική που εφαρμόζεται στο συγκεκριμένο έργο είναι ο τεμαχισμός των κλαδιών και η απόθεσή τους στο έδαφος, ώστε μακροπρόθεσμα να αυξηθεί η οργανική ουσία του εδάφους.Ανακύκλωση κλαδιών μετά το κλάδεμα
Ήδη προγραμματίζεται από το ΥΠΑΑΤ το μέτρο «Διαχείριση φυτικών υπολειμμάτων ελαιοκαλλιέργειας», που θα δίνει κίνητρα στους παραγωγούς για την ανακύκλωση των φυτικών υπολειμμάτων των κλαδεμάτων.
Από πολλές αναλύσεις που έχουν γίνει, αποδεικνύεται ότι το υλικό των κλαδεμάτων των ελαιοδέντρων μπορεί να αξιοποιηθεί μέσα στον ίδιο τον ελαιώνα, τόσο ως πηγή θρεπτικών στοιχείων όσο και ως εδαφοβελτιωτικό, δηλαδή ως μέσο εμπλουτισμού του εδάφους με οργανική ουσία (αποθήκευση άνθρακα).
Οι ιστοί των φύλλων και των λεπτών κλαδιών αποτελούν άριστη πηγή θρεπτικών στοιχείων, ενώ τα χονδρά κλαδιά (όσα δεν απομακρύνονται για χρήση ως καυσόξυλα) αποτελούν αποθήκη άνθρακα, δηλαδή πηγή οργανικής ουσίας μετά την αποσύνθεσή τους. Δεν συνιστάται, επομένως, το κάψιμο των κλαδεμάτων, αλλά η αξιοποίησή τους (εκτός από τις περιπτώσεις κλαδεμάτων από δένδρα με ασθένειες, που αυτά θα πρέπει να καίγονται για την αποφυγή επέκτασης της μόλυνσης σε υγιή δένδρα). Με την ανακύκλωση, επιστρέφουμε στο έδαφος θρεπτικά στοιχεία και σταδιακά μειώνεται η ανάγκη προσθήκης χημικών λιπασμάτων. Επίσης, επειδή καλύπτεται το έδαφος με τα θρυμματισμένα υλικά, περιορίζεται η ανάπτυξη ζιζανίων και αποθηκεύεται καλύτερα το νερό της βροχής στο έδαφος.

Αξιοποίηση παραπροϊόντων ελαιοτριβείου με εφαρμογή στο έδαφος (φερτάρδευση)
Τα υποπροϊόντα των ελαιοτριβείων αντιμετωπίζονται ως απόβλητα που πρέπει με κάποιο τρόπο να απομακρυνθούν. Στην πραγματικότητα περιέχουν πολύτιμα συστατικά που μπορούν να φανούν χρήσιμα ως συμπληρωματικό στοιχείο θρέψης των καλλιεργειών, με την απαραίτητη προσοχή στη δοσολογία, τον χρόνο και τρόπο εφαρμογής, την ανάμειξη με άλλα υλικά, την επεξεργασία, όπου χρειάζεται κ.λπ. Η πρακτική που εφαρμόζεται στο συγκεκριμένο έργο είναι η εφαρμογή στο χωράφι των «αποβλήτων» με βάση το σκεπτικό της ανακύκλωσης: επιστρέφουμε την ποσότητα που προέκυψε από την επεξεργασία του καρπού που παράχθηκε στο συγκεκριμένο αγροτεμάχιο.


Παραγωγή οργανικού λιπάσματος απο παραπροϊόντα ελαιοτριβείου

Αυτή την περίοδο υπογράφεται κοινή υπουργική απόφαση για την τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου περιβαλλοντικής αδειοδότησης των ελαιουργείων. Με την εν λόγω τροποποίηση δίνονται επιπρόσθετες δυνατότητες στα μικρής και μεσαίας δυναμικότητας ελαιουργεία για τη διαχείριση των αποβλήτων τους.

Αξιοποίηση υποπροϊόντων ελαιοκαλλιέργειας μετά από κομποστοποίηση.
Η αξιοποίηση οργανικών υλικών μετά από κομποστοποίηση προσφέρει μια οικονομική και οικολογική λύση θρέψης των φυτών και βελτίωσης της γονιμότητας του εδάφους. Παράλληλα, προσδίδοντας έναν θετικό ρόλο σε υλικά που στο παρελθόν είτε δεν θεωρούνταν χρήσιμα είτε αποτελούσαν και περιβαλλοντικό κίνδυνο (ρύπανση υδάτων από απορροή αποβλήτων, εκπομπή επικίνδυνων αερίων στην ατμόσφαιρα από καύση κλαδιών κ.λπ.), γεννάται προοπτική αποφόρτισης των συγκεκριμένων προβλημάτων.

Τροποποίηση της ζιζανιοχλωρίδας για αύξηση της δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα.
Σε πολλούς ελαιώνες, η φυσική βλάστηση είτε είναι πολύ φτωχή, λόγω εντατικής ζιζανιοκτονίας είτε έχει περιορισμένη ποικιλότητα, λόγω υψηλής ανταγωνιστικής ικανότητας ζιζανίων, όπως η κόνυζα και η μολόχα. Επιπλέον, η δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα είναι περιορισμένη. Στο πλαίσιο του έργου, πραγματοποιείται ενίσχυση της βιοποικιλότητας με σπορά μιγμάτων φυτικών ειδών που έχουν δοκιμαστεί και έχουν δείξει θετικά στοιχεία. Επιπλέον, τα συγκεκριμένα μίγματα ψυχανθών-αγρωστωδών δεσμεύουν διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα και προσφέρουν οργανική ουσία και άζωτο βελτιώνοντας τη γονιμότητα του εδάφους.


Τροποποίηση του κλαδέματος των ελαιοδέντρων για αύξηση της δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα μέσω της φωτοσύνθεσης
Το κλάδεμα είναι καθοριστικής σημασίας εργασία για την ανάπτυξη και παραγωγικότητα των ελαιόδεντρων αλλά και τη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα. Στους επιλεγμένους ελαιώνες δίνονται οδηγίες για τη διαμόρφωση της κόμης των δέντρων κατά τέτοιο τρόπο ώστε να βελτιστοποιηθεί η αξιοποίηση της ηλιακής ακτινοβολίας και να μεγιστοποιηθεί η δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα, ώστε να έχουμε καλύτερη βλάστηση και παραγωγή καρπού.

Ισορροπία βλάστησης και καρποφορίας με κλάδεμα

Επίσης, ανάλογα με τις βροχοπτώσεις, προσαρμόζουμε το μέγεθος του δέντρου με χειμερινό ή θερινό κλάδεμα, έτσι ώστε να αντέξουν τα δέντρα στην ξηρασία και να έχουμε ικανοποιητική παραγωγή καρπού.

Ελάχιστη ή καθόλου καλλιέργεια του εδάφους για περιορισμό της διάβρωσης και καταστροφής της οργανικής ουσίας
Η καλλιέργεια (όργωμα) του εδάφους σε αρκετές περιπτώσεις οδηγεί σε επιδείνωση της διάβρωσης και σε μείωση της περιεκτικότητας του εδάφους σε οργανική ουσία. Η πρακτική που εφαρμόζεται στο συγκεκριμένο έργο είναι η ελάχιστη δυνατή διατάραξη του εδάφους ώστε να προστατευθεί αυτός ο πολύτιμος φυσικός πόρος από τη διάβρωση και την υποβάθμιση.
Συμπέρασμα
Εφαρμόζοντας τη διαθέσιμη τεχνογνωσία, μπορούμε να περιορίσουμε τις αρνητικές επιπτώσεις και να μεγιστοποιήσουμε τα οφέλη που προκύπτουν από τις γεωργικές δραστηριότητες, ώστε να καταστήσουμε τη γεωργία ένα πολύτιμο σύμμαχο στον αγώνα περιορισμού της κλιματικής αλλαγής και προστασίας του περιβάλλοντος, μεγιστοποιώντας παράλληλα το εισόδημα των ελαιοπαραγωγών.
Επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ελαιοπαραγωγή

Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει άμεσα την ελαιοπαραγωγή, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το κλίμα των ελαιοκομικών περιοχών. Οι αποδόσεις των ελαιώνων και η ποιότητα των παραγόμενων ελαιοκομικών προϊόντων εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από το κλίμα. Ο βαθμός επηρεασμού της ελαιοπαραγωγής από την κλιματική αλλαγή εξαρτάται από: α) την ένταση της κλιματικής αλλαγής, β) την αγροοικολογική ζώνη (τοποθεσία) της ελαιοκαλλιέργειας, β) από την καλλιεργούμενη ποικιλία και γ) τις ελαιοκομικές πρακτικές. Συνεπώς, οι επιπτώσεις δεν αναμένεται να είναι οι ίδιες σε όλες τις ελαιοκομικές περιοχές και σε όλες τις ποικιλίες (ελαιοποιήσιμες και επιτραπέζιες).

Όσον αφορά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ελαιοπαραγωγή, αυτές σε μεγάλο βαθμό είναι αρνητικές. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα και ειδικά οι παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας και υψηλών θερμοκρασιών επηρεάζουν άμεσα τον βιολογικό κύκλο (φυσιολογία και φαινολογία) των ελαιοδέντρων. Έτσι, επηρεάζεται η διαφοροποίηση των οφθαλμών, η ανθοφορία και η καρπόδεση και εν γένει η παρενιαυτοφορία. Ως αποτέλεσμα, και σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, εμφανίζεται όλο και πιο συχνά το φαινόμενο της ακαρπίας των ελαιοδέντρων σε αρκετές ελαιοκομικές περιοχές. Για τον λόγο αυτόν, συνιστάται οι παραγωγοί να περιορίζουν όσο το δυνατόν την παρενιαυτοφορία των ελαιοδέντρων με την ενδεδειγμένη διαχείριση του ελαιώνα και, πρωτίστως, με α) την ορθή διαχείριση και αύξηση της εδαφικής γονιμότητας του εδάφους του ελαιώνα, β) την επιμελημένη θρέψη των ελαιοδέντρων και γ) την ενδεδειγμένη χρονικά συγκομιδή και αποφεύγοντας κατά τη συγκομιδή βλάβες στην καρποφόρα κόμη των ελαιοδέντρων. Τέλος, η παρατεταμένη ξηρασία και οι υψηλές θερμοκρασίες επηρεάζουν την ποιότητα των ελαιοκομικών προϊόντων και ειδικά του ελαιολάδου.


Πέραν των αρνητικών, υπάρχουν και θετικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ελαιοκαλλιέργεια της χώρας. Σχετίζονται κυρίως με τους πληθυσμούς του δάκου της ελιάς και τη δακοπροσβολή του ελαιοκάρπου λόγω μείωσης των πληθυσμών σε συνθήκες αυξημένων θερμοκρασιών και μειωμένης σχετικής υγρασίας, ειδικά κατά τη διάρκεια του θέρους. Επίσης, σχετίζονται με την ωρίμανση και πρωίµιση του χρόνου συγκομιδής του ελαιοκάρπου.

Για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής στον ελαιώνα, οι ελαιοκαλλιεργητές θα πρέπει να εφαρμόζουν ενδεδειγμένες καλλιεργητικές πρακτικές. Οι καλλιεργητικές αυτές πρακτικές σχετίζονται με:
τη διαχείριση της κόμης ελαιοδέντρων, που θα πρέπει να γίνεται με συστηματικό και επιμελημένο κλάδεμα. Ως γνωστόν, με το κλάδεμα ρυθμίζεται το μέγεθος της κόμης του ελαιοδέντρου και, άρα, η φωτοσύνθεσή του, οι απώλειες νερού και οι υδατικές ανάγκες του, καθώς και το φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας. Τα υπολείμματα του κλαδέματος δεν θα πρέπει να καίγονται. Συνιστάται να τεμαχίζονται και να επιστρέφουν ως οργανικά υλικά στον ελαιώνα, είτε να χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία φυτικής κοπριάς (κομπόστα).
την ελάχιστη κατεργασία του εδάφους με κατάλληλα εργαλεία εδαφοκατεργασίας, ώστε να ελαχιστοποιείται η διάβρωση και η συμπίεσή του. Επίσης, συνιστάται η εδαφοκάλυψη με φυσικά υλικά κατά τη διάρκεια του έτους και ειδικά την περίοδο των βροχοπτώσεων. Η συμμετοχή ψυχανθών στην εδαφοκάλυψη είναι σημαντική. Τέλος, σημαντική είναι η αύξηση της βιοποικιλότητας, ειδικά της χλωρίδας, με αποφυγή καλλιεργητικών εργασιών που τη μειώνουν, όπως η άσκοπη εντατική εδαφοκατεργασία και η αναίτια χρήση ζιζανιοκτόνων.
την ισορροπημένη λίπανση με ετήσια ορθολογική χρήση λιπασμάτων βάσει των αναγκών των ελαιοδέντρων και λαμβάνοντας υπόψη τις κλιματικές συνθήκες κατά την εφαρμογή τους. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αλόγιστη και λανθασμένη χρήση αζωτούχων λιπασμάτων ευθύνεται για τις εκπομπές υποξειδίου του αζώτου που συντελούν στην κλιματική αλλαγή.
τη συστηματική παρακολούθηση των πληθυσμών και των προσβολών των εχθρών των ελαιοδέντρων πριν από την εφαρμογή επεμβάσεων καταπολέμησής τους. Με τον τρόπο αυτόν, αποφεύγονται άσκοπες, με υψηλό οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος, επεμβάσεις. Σημειώνεται ότι η βιολογία των εχθρών της ελιάς επηρεάζεται όπως και το δέντρο της ελιάς από την κλιματική αλλαγή.
την ορθή χρήση αποδοτικών μεθόδων άρδευσης, όπως η στάγδην άρδευση, στους ελαιώνες. Είναι αναγκαία μια και, λόγω της κλιματικής αλλαγής, θα μειωθεί η διαθεσιμότητα του νερού άρδευσης και θα αυξηθεί το κόστος του σε πολλές περιοχές. Η κάλυψη των υδατικών αναγκών των ελαιώνων είναι ιδιαίτερα σημαντική για τις επιτραπέζιες ποικιλίες.



Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι και οι ελαιοπαραγωγοί χρειάζεται να ελαχιστοποιήσουν τη συνεισφορά των ελαιώνων τους στην κλιματική αλλαγή. Η καλλιέργεια της ελιάς επηρεάζει το κλίμα θετικά και αρνητικά. Θετικά, κυρίως, με τη δέσμευση των αερίων του θερμοκηπίου, πρωτίστως του διοξειδίου του άνθρακα. Αρνητικά, με τις εκπομπές του αερίων θερμοκηπίου, κυρίως, με α) τις αλόγιστες καύσεις των υπολειμμάτων του κλαδέματος και β) την αλόγιστη χρήση καυσίμων από τον χρησιμοποιούμενο μηχανολογικό εξοπλισμό, π.χ. για εντατική εδαφοκατεργασία. Λιγότερο εντατικά συστήματα (ολοκληρωμένη και βιολογική διαχείριση) παρουσιάζουν ηπιότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις, όσον αφορά τη βιοποικιλότητα, την κατανάλωση ενέργειας και το αποτύπωμα του άνθρακα.

Για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής απαιτείται μελέτη και έρευνα α) των εφαρμοζόμενων πρακτικών και τεχνολογιών, που συνεισφέρουν στην αειφορία των ελαιώνων και β) του ποικιλιακού δυναμικού των τοπικών ποικιλιών ελιάς, ώστε να υπάρχουν τα δεδομένα αξιολόγησης της κάθε ελαιοκομικής ζώνης και των ποικιλιών που θα αποτελέσουν τη βάση για τον σχεδιασμό απαιτούμενων ενεργειών προσαρμογής, ώστε να περιοριστούν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Στις νέες φυτεύσεις, έμφαση θα πρέπει να δίνεται στις προσαρμοσμένες σε κάθε περιοχή αυτόχθονες τοπικές ποικιλίες. Προέχει η υποστήριξη των ελαιοπαραγωγών με πρακτικές γνώσεις και, εάν είναι αναγκαίο, με οικονομικά μέσα, ώστε να εξασφαλίσουν στο πλαίσιο της αειφόρου ελαιοπαραγωγής ένα ικανοποιητικό εισόδημα, εμπλουτίζοντας το περιβάλλον και παράγοντας άριστα ποιοτικά ελαιοκομικά προϊόντα. Αυτό θα εξασφαλίσει τη διατήρηση των ελαιώνων στις συνθήκες της κλιματικής αλλαγής και θα αποτελέσει τη βάση για μελλοντική αντιμετώπιση τυχόν προβλημάτων. Σημαντική είναι η ενημέρωση – εκπαίδευση των ελαιοπαραγωγών στις ορθές γεωργικές πρακτικές και τις σχετικές τεχνολογίες και η παροχή οδηγιών και κινήτρων για την υιοθέτησή τους ή αντικινήτρων για τη μη χρήση των ορθών γεωργικών πρακτικών.


Αναλυτικότερα:  
Η επίδραση της θερμοκρασίας στην καλλιέργεια της ελιάς στην στη βλάστηση, στη διαφοροποίηση των οφθαλμών και στην καρποφορία της
Kαθοριστικός παράγοντας για την καλλιέργεια της ελιάς είναι η θερμοκρασία στην οποία έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις. Η ελιά δεν επιβιώνει σε θερμοκρασία κατώτερη των -12°C, χρειάζεται όμως μια περίοδο χαμηλών θερμοκρασιών για να γίνει διαφοροποίηση των οφθαλμών της και να παράγει καρπούς.
Με βάση τις απαιτήσεις της ελιάς στην ελαχίστη και μεγίστη θερμοκρασία αλλά και στο ετήσιο εύρος διακύμανσης της, έχει εντοπιστεί η καλλιέργεια της στο Βόρειο ημισφαίριο μεταξύ των παραλλήλων 30ο και 45ο του γεωγραφικού πλάτους και στο Νότιο ημισφαίριο μέσα σε μια ευρύτερη ζώνη που περικλείεται μεταξύ των παραλλήλων 15ο και 41ο οι οποίες έχουν μεσογειακό κλίμα. Σε χαμηλότερα γεωγραφικά πλάτη, δηλαδή κοντά στον Ισημερινό (τροπικές περιοχές), ή ελιά αναπτύσσεται μόνο βλαστικά, χωρίς να καρποφορεί. Η αδυναμία της να καρποφορήσει στις τροπικές περιοχές αποδίδεται στην έλλειψη επαρκούς χειμερινού ψύχους πού είναι απαραίτητο για τη διαφοροποίηση των οφθαλμών και το σχηματισμό των ανθέων της. Μπορεί όμως να καρποφορήσει και στις περιοχές αυτές, αν ικανοποιήσει τις ανάγκες της σε ψύχος, αλλά αυτό μπορεί να συμβεί σπάνια για κάποιες ποικιλίες και μόνο σε περιοχές με μεγάλο υψόμετρο.Σύμφωνα με την ανακοίνωση που υπογράφει ο κ. Μπαρτσώκας Νικόλαος, Γεωπόνος Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, καθοριστικός παράγοντας για την εμπορική καλλιέργεια της ελιάς είναι η θερμοκρασία στην οποία έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις. Η ελιά δεν επιβιώνει σε θερμοκρασία κατώτερη των -12°C, χρειάζεται όμως μια περίοδο χαμηλών θερμοκρασιών για να γίνει διαφοροποίηση των οφθαλμών της και να παράγει καρπούς.

Άρθρο του Δρ. Σπύρου Λιονάκη

Με βάση τις απαιτήσεις της ελιάς στην ελαχίστη και μεγίστη θερμοκρασία αλλά και στο ετήσιο εύρος διακύμανσης της, έχει εντοπιστεί η καλλιέργεια της στο Βόρειο ημισφαίριο μεταξύ των παραλλήλων 30ο και 45ο του γεωγραφικού πλάτους και στο Νότιο ημισφαίριο μέσα σε μια ευρύτερη ζώνη που περικλείεται μεταξύ των παραλλήλων 15ο και 41ο οι οποίες έχουν μεσογειακό κλίμα. Σε χαμηλότερα γεωγραφικά πλάτη, δηλαδή κοντά στον Ισημερινό (τροπικές περιοχές), ή ελιά αναπτύσσεται μόνο βλαστικά, χωρίς να καρποφορεί. 
Η αδυναμία της να καρποφορήσει στις τροπικές περιοχές αποδίδεται στην έλλειψη επαρκούς χειμερινού ψύχους πού είναι απαραίτητο για τη διαφοροποίηση των οφθαλμών και το σχηματισμό των ανθέων της. Μπορεί όμως να καρποφορήσει και στις περιοχές αυτές, αν ικανοποιήσει τις ανάγκες της σε ψύχος, αλλά αυτό μπορεί να συμβεί σπάνια για κάποιες ποικιλίες και μόνο σε περιοχές με μεγάλο υψόμετρο.

Η ελιά ευδοκιμεί στο μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας. Η ευαισθησία όμως που έχει στους παγετούς περιορίζει την εξάπλωση της προς βορρά. Οι χειμώνες στη Β. Ελλάδα είναι δριμείς και μπορεί να νεκρώσουν το δένδρο, έτσι η ελαιοκαλλιέργεια περιορίζεται στη Β. Ελλάδα στις παραλιακές περιοχές. Όπου ο τόπος είναι βορινός, ψυχρός και ανεμόπληκτος, η ελιά δεν καλλιεργείται σε υψόμετρο πάνω από τα 300 μέτρα. Όπου όμως ο τόπος είναι ανατολικός-μεσημβρινός, ζεστός και προφυλαγμένος από τους ψυχρούς ανέμους, η καλλιέργεια μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 1.000 μέτρα.

Η ελάχιστη θερμοκρασία δεν πρέπει να πέφτει κάτω από -7°C, γιατί ζημιώνει τα δένδρα. Αυτό το όριο αποτελεί μια μόνο προσέγγιση, γιατί η αντοχή των δένδρων εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως από τη διάρκεια των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών, την ατμοσφαιρική υγρασία, την εδαφική υγρασία, τη παρουσία ή την έλλειψη ανέμων, την ποικιλία της ελιάς, τις καιρικές συνθήκες προ του παγετού, την βλαστική και υγιεινή κατάσταση των δένδρων.

Η ζημία από παγετό μπορεί ακόμα να ποικίλλει από δένδρο σε δένδρο του ιδίου ελαιώνα ανάλογα με την θρεπτική κατάσταση τους. Αν η πτώση της θερμοκρασίας είναι σταδιακή, τότε η ελιά μπορεί να αντέξει μέχρι -12°C χωρίς να ζημιωθεί.

Η ελιά δε θα πρέπει να καλλιεργείται σε περιοχές, όπου ή θερμοκρασία πέφτει συχνά κάτω από -4 έως -5°C. Οι ανοιξιάτικοι παγετοί, λόγω της όψιμης άνθησης της ελιάς, δεν προκαλούν σοβαρές ζημιές. Μερικές φορές όμως οι πρώιμοι παγετοί της άνοιξης μπορεί να καταστρέψουν τους μόλις εκπτυσσόμενους οφθαλμούς.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση ή ακόμα και την ολική καταστροφή της προβλεπόμενης παραγωγής. Τέτοιου είδους ζημιά εκδηλώνεται συνήθως με πτώση των εκπτυσσόμενων οφθαλμών.

Οι περιοχές όπου θα καλλιεργηθεί εμπορικά η ελιά πρέπει να έχουν μια μέση ετήσια θερμοκρασία 15-20°C. Η απόλυτη μεγίστη θερμοκρασία μπορεί να φθάσει τους 40°C χωρίς να προκαλέσει ζημιές αλλά η ελαχίστη θερμοκρασία δεν πρέπει να πέσει κάτω από τους -5°C, γιατί οι χαμηλότερες από αυτή θερμοκρασίες μπορεί να προκαλέσουν σοβαρές ζημιές στα δένδρα. Η μεγαλύτερη συγκέντρωση ελιάς παρατηρείται στις παραμεσόγειες χώρες, όπου ο χειμώνας είναι ήπιος και το καλοκαίρι ζεστό και ξηρό. Η φωτοσύνθεση της ελιάς γενικά αναστέλλεται σε θερμοκρασίες υψηλότερες από 35°C. Πάντως, ποικιλίες ελιάς που έχουν προσαρμοστεί σε υψηλές θερμοκρασίες διατηρούν το 70-80% της φωτοσυνθετικής τους ικανότητας σε 40°C.

Η ελιά καρποφορεί σε βλαστούς ηλικίας ενός έτους. Τον Μάιο μήνα, κατά την διάρκεια της άνθησης, σχηματίζεται συγχρόνως νέα βλάστηση η οποία ανάλογα με την ζωηρότητα του δένδρου αποκτά μήκος από λίγα εκατοστά μέχρι και 30-50 εκατοστά. Πάνω σε αυτή την βλάστηση τον Μάιο μήνα του επόμενου έτους θα δημιουργηθούν άνθη και στην συνέχεια καρποί. Έτσι η ελιά καρποφορεί σε βλαστούς που σχηματίστηκαν το προηγούμενο έτος.
Οι πολύ ζωηροί βλαστοί (μεγάλου μήκους) δεν είναι καρποφόροι (έχουν μόνο βλαστοφόρους οφθαλμούς), οι λιγότερο ζωηροί (μήκους περίπου 15 εκατοστά) βλαστοί δίνουν ελάχιστους καρπούς (έχουν λίγους καρποφόρους οφθαλμούς), ενώ οι μικρού μήκους βλαστοί (μήκος μικρότερο από 10 εκατοστά) δίδουν πολλούς καρπούς επειδή συνήθως όλοι οι οφθαλμοί τους είναι καρποφόροι.

Οι οφθαλμοί είναι μικροί, φέρονται στις μασχάλες των φύλλων και είναι όλοι βλαστοφόροι ή ξυλοφόροι από τον σχηματισμό τους (Μάιο – Ιούνιο) μέχρι τον μήνα Φεβρουάριο του επόμενου έτους.

Μετά τον μήνα Φεβρουάριο πάνω στους βλαστούς -που αναπτύχθηκαν κατά τον προηγούμενο Μάιο/ Ιούνιο- σχηματίζονται ανθοφόροι οφθαλμοί οι οποίοι προήλθαν από βλαστοφόρους μετά από μια διαδικασία που ονομάζεται «Διαφοροποίηση». Οι βλαστοφόροι οφθαλμοί εξελίσσονται σε ανθοφόρους οι οποίοι δίδουν ανθοταξίες και τελικά καρπούς με την επίδραση ορισμένων παραγόντων ο σπουδαιότερος από τους οποίους είναι η θερμοκρασία.

Ο κύκλος καρποφορίας στην ελιά ο οποίος ολοκληρώνεται σε τέσσερα στάδια, δηλαδή τη βλάστηση, τη διαφοροποίηση και την ανάπτυξη των ανθικών μερών, τη καρπόδεση και την ωρίμανση των καρπών διαρκεί ένα χρόνο, σε αντίθεση με τα φυλλοβόλα οπωροφόρα, των οποίων ο κύκλος αυτός διαρκεί περίπου δύο χρόνια. Η ολοκλήρωση κάθε σταδίου του κύκλου καρποφορίας αποτελεί προϋπόθεση ομαλής εισόδου στο αμέσως επόμενο στάδιο, ενώ και τα τέσσερα στάδια εξαρτώνται από ποικίλους παράγοντες, ικανούς να επηρεάσουν θετικά και αρνητικά κάθε ένα από αυτά (θερμοκρασία, λίπανση, εδαφική υγρασία, κλπ).

Ο σχηματισμός ανθοταξιών στην ελιά γίνεται από τον Ιανουάριο έως αρχές Ιουνίου. Η κρίσιμη περίοδος ανθογονίας φαίνεται να είναι οι μήνες Ιανουάριος και Φεβρουάριος όπου γίνονται φυσιολογικές μεταβολές που μετατρέπουν το μερίστωμα από βλαστικό σε ανθικό. Κατά το τέλος του χειμώνα αρχές της άνοιξης, περίπου 2.5 μήνες πριν την ανθοφορία (από αρχές Μαρτίου περίπου) αρχίζουν να εμφανίζονται στους οφθαλμούς οι πρώτες μορφολογικές μεταβολές, που οδηγούν στο σχηματισμό των ανθοταξιών (διαφοροποίηση).

Υπάρχουν δύο τύποι ανθέων σε κάθε ποικιλία, τα ερμαφρόδιτα (φυσιολογικά ή τέλεια) σε ποσοστό 1-5% και τα στημονοφόρα (ατελή) σε ποσοστό 95-99%. Μόνο τα ερμαφρόδιτα (τέλεια) άνθη δίδουν καρπούς και το ποσοστό τους είναι μεγαλύτερο όσο πληρέστερη είναι η διαφοροποίηση των βλαστοφόρων οφθαλμών σε ανθοφόρους.

Η ελιά είναι από τα λίγα αειθαλή καρποφόρα που χρειάζονται την επίδραση του ψύχους για να ανθίσουν. Οι οφθαλμοί που σχηματίζονται το καλοκαίρι έχουν ανάγκη από χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα για να διαφοροποιηθούν σε ανθοταξίες. Σύμφωνα με έρευνα που έχει γίνει, η ελιά απαιτεί τουλάχιστον 10 εβδομάδες θερμοκρασία κάτω από 16°C για πλήρη διαφοροποίηση των βλαστοφόρων οφθαλμών σε ανθοφόρους. Όλες οι ποικιλίες δεν είναι το ίδιο απαιτητικές στο χειμερινό ψύχος για την διαφοροποίηση των βλαστοφόρων οφθαλμών τους.

Οι ποικιλίες επίσης διαφέρουν και ως προς το επίπεδο των θερμοκρασιών που επιδρούν ευνοϊκά για άνθηση. Το ανώτερο όριο θερμοκρασιών στο οποίο μπορούν να σχηματισθούν άνθη στις ποικιλίες "Κορωνέϊκη", "Μεγαρίτικη", "Κολοβή", "Πατρών" και "Κερκύρας" είναι 16°C, ενώ στις ποικιλίες "Αμφίσσης" και "Χονδρολιά Χαλκιδικής" είναι 12°C. Οι ποικιλίες "Αμφίσσης" και "Χονδρολιά Χαλκιδικής" ανθίζουν ικανοποιητικά όταν περάσουν το χειμώνα έξω στο ύπαιθρο, ενώ η άνθηση είναι περιορισμένη ή μηδαμινή εάν παραμείνουν κατά την ίδια περίοδο σε θερμοκρασία πάνω από 10°C.

Άλλη έρευνα έχει δείξει ότι το ελαιόδεντρο ανθοφορεί κανονικά και δένει καρπούς μόνον όταν εκτεθεί σε θερμοκρασία κατώτερη από 7.2°C για 1.200 ώρες και ότι ελαιόδεντρα, πού δεν εκτέθηκαν καθόλου σε θερμοκρασία κατώτερη των 7.2°C, καθ' όλη τη χειμερινή περίοδο, δεν σχημάτισαν άνθη παρά την κανονική τους βλάστηση.

Γενική είναι ή παραδοχή ότι μετά από χιόνια και βαρυχειμωνιά, ακολουθεί καλή ανθοφορία και καρποφορία. Μερικές όμως ποικιλίες ελιάς, μεταξύ των οποίων η "Κορωνέϊκη", η "Μεγαρίτικη", η "Κέρκυρας", η "Κολοβή" και η "Πατρών" καρποφορούν άφθονα σε περιοχές με ήπιο κλίμα όπου η μέση θερμοκρασία τον χειμώνα δεν κατεβαίνει κάτω από τους 10°C.

Η μη ικανοποίηση των αναγκών σε χαμηλές θερμοκρασίες οδηγεί σε ατελή διαφοροποίηση των ανθοφόρων οφθαλμών και επομένως σε μειωμένη καρπόδεση. Επειδή η ελιά καλλιεργείται σε πολλές περιοχές της χώρας με διαφορετικές θερμοκρασίες χειμώνα, θα πρέπει κατά την εκλογή των ποικιλιών να λαμβάνονται υπόψη εκτός των άλλων στοιχείων και οι απαιτήσεις στις χαμηλές θερμοκρασίες.

Ποικιλίες ελιάς που απαιτούν ψύχος για πολύ χρόνο (π.χ. "Χονδρολιά Χαλκιδικής" και "Αμφίσσης") δεν είναι παραγωγικές σε περιοχές με θερμό χειμώνα (π.χ. σε παραθαλάσσιες περιοχές της Κρήτης).

Απαραίτητη προϋπόθεση για μια καλή παραγωγή στην ελιά είναι να έχει προηγηθεί πλήρης διαφοροποίηση των ανθοφόρων οφθαλμών. Κάποιες χρονιές, συνήθως προς το τέλος Μαρτίου – αρχές Απριλίου (περίοδος που ευρίσκεται σε πρόοδο η διαφοροποίηση των οφθαλμών), πνέουν νότιοι θερμοί άνεμοι για μερικές ημέρες κυρίως σε περιοχές της νότιας Ελλάδας με αποτέλεσμα να επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες κατά την περίοδο αυτή.

Οι θερμοί αυτοί άνεμοι επιταχύνουν την έκπτυξη των οφθαλμών πριν να έχει ολοκληρωθεί η διαφοροποίηση τους με αποτέλεσμα να είναι μειωμένη η κομπόδεση στην άνθηση που προκύπτει και επομένως να έχουμε μικρή παραγωγή. Ασυνήθιστα υψηλές θερμοκρασίες (μέση θερμοκρασία ημέρας/νύκτας πάνω από 15°C) επεκράτησαν για αρκετές ημέρες κατά τον Δεκέμβριο 2009 και Ιανουάριο 2010 σε πολλές περιοχές της Ελλάδας που οδήγησαν στην εμφάνιση ανθοταξιών και νέας βλάστησης σε δένδρα τα οποία συνήθως δεν είχαν παραγωγή τον προηγούμενο χρόνο.

Τόσο οι ανθοταξίες όσο και η νέα βλάστηση, λόγω της πρώιμης εμφάνισης τους, έχουν ευαισθησία σε τυχόν πρώιμους παγετούς της άνοιξης. Εφόσον δεν καταστραφούν από παγετό οι ανθοταξίες αυτές -οι οποίες έχουν παραχθεί από δένδρα τα οποία δεν είχαν δεχθεί προηγουμένως αρκετό ψύχος- είναι αβέβαιο αν θα δώσουν τέλεια άνθη την ερχόμενη άνοιξη (2010) και στη συνέχεια καρπούς.

Η ελιά σχηματίζει νέους βλαστούς με ελαχίστη θερμοκρασία 10.5°C ως 11°C και μέση 15°C και όταν θα έχει δεχθεί θερμικό σύνολο 750°C που υποδηλώνει το άθροισμα των μέσων θερμοκρασιών κάθε ημέρας.

Οι καλύτερες θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια της άνθησης είναι 18-20°C και κατά την καρπόδεση 20-22°C. Η αρίστη θερμοκρασία από την καρπόδεση μέχρι την έναρξη ωρίμανσης του καρπού κυμαίνεται από 22-25°C, ενώ η αρίστη θερμοκρασία μετά την έναρξη ωρίμανσης του καρπού μέχρι την συγκομιδή είναι 18°C και η ελαχίστη 15°C. Ηλιόλουστο και ζεστό Φθινόπωρο ευνοεί τη συγκέντρωση λαδιού στους καρπούς, ενώ βροχερός και ψυχρός καιρός κατά την περίοδο αυτή έχει αρνητική επίδραση.

Κινδυνοι για την ελιά από τις υψηλές θερμοκρασίες
Η καλή παραγωγικότητα (καρποφορία) της ελιάς προϋποθέτει αρχικά την ύπαρξη ικανοποιητικού αριθμού ανθοφόρων οφθαλμών που θα δώσουν μια καλή ανθοφορία την άνοιξη. Η διαφοροποίηση (δημιουργία) των ανθοφόρων οφθαλμών ξεκινά τον Ιούλιο της περασμένης χρονιάς και ολοκληρώνεται το φθινόπωρο-χειμώνα. Στη συνέχεια οι οφθαλμοί μπαίνουν σε λήθαργο. Με την επίδραση των χαμηλών θερμοκρασιών του χειμώνα βγαίνουν από το λήθαργο και δίνουν μικρές ανθοταξίες αρχικά, που στη συνέχεια μεγαλώνουν και μετά από 6-7 εβδομάδες ανθίζουν (πλήρη άνθηση). Στη διάρκεια της πλήρους άνθησης που διαρκεί λίγες μέρες λαμβάνουν χώρα κατά σειρά η επικονίαση, η γονιμοποίηση και η καρπόδεση. Επικονίαση είναι η μεταφορά της γύρης από τους ανθήρες στο στίγμα του υπέρου. Αν το στίγμα είναι δεκτικό ακολουθεί η βλάστηση της γύρης που δίνει το γυρεοσωλήνα ο οποίος περιέχει τον σπερματικό πυρήνα. Γονιμοποίηση είναι η συγχώνευση του σπερματικού πυρήνα (της γύρης) με τον πυρήνα του ωαρίου που βρίσκεται στην ωοθήκη (θηλυκό μέρος του άνθους) και δημιουργείται το έμβρυο. Το στίγμα είναι δεκτικό για τη γύρη 4-8 ημέρες περίπου, γεγονός που περιορίζει και την επιτυχία της επικονίασης. Καρπόδεση είναι η ανάπτυξη της ωοθήκης σε καρπό μετά από επιτυχή γονιμοποίηση. Τα στάδια αυτά είναι πολύ ευαίσθητα σε αντίξοες συνθήκες του περιβάλλοντος.

Ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει τη γονιμοποίηση είναι το διάστημα που ονομάζεται αποτελεσματική περίοδος επικονίασης (ΑΠΕ), δηλαδή το χρονικό διάστημα που η επικονίαση μπορεί να οδηγήσει σε επιτυχή γονιμοποίηση/καρπόδεση. Το διάστημα αυτό είναι ίσον με τη διάρκεια ζωής του ωαρίου μείον το χρόνο που χρειάζεται να βλαστήσει η γύρη και να συναντήσει το ωάριο για τη γονιμοποίηση. Η ΑΠΕ έχει βρεθεί ότι διαφέρει σημαντικά από ποικιλία σε ποικιλία και διαρκεί περίπου 4-8 ημέρες. Η ΑΠΕ που είναι η κρίσιμη περίοδος για την καρπόδεση επηρεάζεται όμως και από άλλους παράγοντες όπως η θερμοκρασία, η υγρασία, η θρεπτική κατάσταση και ποιότητα των ανθέων, το αυτόστειρο ή το αυτογόνιμο της ποικιλίας.

Η μειωμένη ακαρπία στους περισσότερους ελαιώνες αποδόθηκε στην έλλειψη νερού το χειμώνα και την άνοιξη (μειωμένες βροχοπτώσεις), στην έλλειψη ψύχους το χειμώνα για την έξοδο από το λήθαργο των οφθαλμών και στις αντίξοες καιρικές συνθήκες στην ανθοφορία και καρπόδεση. Οι σημαντικοί περιβαλλοντικοί παράγοντες που επηρεάζουν την καρπόδεση είναι η ύπαρξη νερού και η θερμοκρασία που εκτός των άλλων επηρεάζουν την ΑΠΕ όπως προαναφέρθηκε.

Ένας χειμώνας με αρκετές βροχοπτώσεις και αρκετό ψύχος για την έξοδο των οφθαλμών από το λήθαργο δίνει καλή γενικά ανθοφορία που παρατηρείται στους ελαιώνες το Μάιο όλοι οι ελαιώνες βρίσκονται σε διάφορα στάδια ανθοφορίας που διαφέρουν ανάλογα με την ποικιλία και την περιοχή. Το πιο ευαίσθητο και καθοριστικό για την καρποφορία στάδιο είναι αυτό της πλήρους άνθησης και καρπόδεσης όπως αυτό τονίστηκε προηγούμενα. Στο στάδιο αυτό ή λίγο πριν, η έλλειψη νερού μπορεί να προκαλέσει μείωση του αριθμού των ανθοταξιών των ανθέων/ανθοταξία ή μείωση των γόνιμων ανθέων και ανθόπτωση. Προκαλεί επίσης το φαινόμενο της πύρωσης του υπέρου, δηλαδή ο ύπερος είναι ατροφικός και δεν είναι επιδεκτός γονιμοποίησης και συνεπώς μειώνεται το ποσοστό γονιμοποίησης, καρπόδεσης και καρποφορίας. Η έλλειψη νερού όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί από τους παραγωγούς με το πότισμα όπου αυτό είναι βέβαια δυνατόν (ποτιστικοί ελαιώνες).

Οι παράγοντες όμως που δεν μπορεί να ελέγξει ο παραγωγός είναι οι θερμοί και ξηροί άνεμοι που μπορεί να μειώσουν την καρπόδεση γιατί προκαλούν αφυδάτωση και ξήρανση των ανθέων. Οι βροχοπτώσεις και γενικά η υψηλή σχετική υγρασία προκαλούν μυκητολογικές ασθένειες ενώ οι υπερβολικές βροχοπτώσεις μπορεί να προκαλέσουν έλλειψη θρεπτικών στοιχείων με αποτέλεσμα την ανθόπτωση ή πτώση μικρών καρπών. Οι ανοιξιάτικοι παγετοί σπάνια προκαλούν προβλήματα στην ανθοφορία λόγω όψιμης ανθοφορίας της ελιάς και περιορίζονται στις πιο ορεινές περιοχές. Πιο κάτω θα αναφερθούμε αναλυτικά στον παράγοντα θερμοκρασία και κύρια τις υψηλές θερμοκρασίες που μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα κατά τη γονιμοποίηση-καρπόδεση. Αυτό γιατί δυστυχώς από τα τέλη Απριλίου οι θερμοκρασίες ανέβηκαν απότομα και σε επίπεδα πάνω από τα κανονικά για την εποχή. Θα πρέπει να τονιστεί όμως ότι ο συνδυασμός υψηλών θερμοκρασιών και έλλειψης νερού μπορεί να προκαλέσει τις σοβαρότερες ζημιές στην ανθοφορία/καρπόδεση.

Το ερώτημα είναι ποιες θερμοκρασίες και με ποιό τρόπο εμποδίζουν την καρπόδεση
Από τα υπάρχοντα επιστημονικά δεδομένα είναι γνωστό ότι οι ευνοϊκότερες θερμοκρασίες στο στάδιο της γονιμοποίησης-καρπόδεσης είναι 22-25 οC γιατί ευνοούν τη βλάστηση της γύρης και επηρεάζουν θετικά την ΑΠΕ, τη γονιμοποίηση και την καρπόδεση. Θερμοκρασίες κάτω από 15 οC ή πάνω από 30/32 οC, που θεωρούνται σαν πάνω και κάτω όρια, μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στην καρπόδεση. Αυτό συμβαίνει γιατί στις θερμοκρασίες αυτές (πολύ χαμηλές ή πολύ υψηλές) καθυστερεί η ανάπτυξη του γυρεοσωλήνα με αποτέλεσμα να μην προλάβει να γίνει η γονιμοποίηση γιατί εκφυλίζεται το ωάριο και η ωοθήκη. Οι υψηλές θερμοκρασίες σε ορισμένες ποικιλίες μπορεί ακόμη να προκαλέσουν αυτοστειρότητα (αδυναμία δηλαδή αυτογονιμοποίησης). Η χρήση επικονιαστριών ποικιλιών στον ελαιώνα (στις περιπτώσεις αυτές) επηρεάζει θετικά την καρπόδεση. Αυτό συμβαίνει γιατί η γύρη της επικονιάστριας ποικιλίας βλαστάνει γρηγορότερα και προλαβαίνει να γίνει έγκαιρα η γονιμοποίηση πριν τον εκφυλισμό του ωαρίου.

Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα υψηλές θερμοκρασίες (πάνω από 30 ή ακόμη χειρότερα πάνω από 32 οC) μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά το στάδιο πλήρους άνθησης-καρπόδεσης με αποτέλεσμα την μειωμένη καρπόδεση και παραγωγή. Το στάδιο αυτό διαρκεί 6-8 ημέρες ή και λίγο περισσότερο, διαφέρει όμως από ποικιλία σε ποικιλία και στις διάφορες τοποθεσίες καλλιέργειας στη χώρα μας και επηρεάζεται και από τη θερμοκρασία. Για παράδειγμα υπάρχουν ποικιλίες πρώιμης ανθοφορίας (Κορωνέικη, Μεγαρείτική, Θρουμπολιά και Αδραμυτινή) και όψιμης (Καλαμών, Αγουρομάνακο και Λιανολιά Κερκύρας). Στις ορεινές περιοχές οι ελιές ανθίζουν πολύ αργότερα από τις πεδινές και θερμότερες περιοχές που ανθίζουν πιο πρώιμα. Ο χρόνος της πλήρους άνθησης επηρεάζεται επίσης από περιβαλλοντικούς παράγοντες (όπως οι θερμοκρασίες και οι βροχές του χειμώνα) και διαφέρει από χρονιά σε χρονιά ακόμη και για την ίδια τοποθεσία και ποικιλία και δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Στις αρχές του Μάη τη φετινή χρονιά, οι ελαιώνες βρίσκονται σε διάφορα στάδια ανθοφορίας , μερικοί ίσως και στο στάδιο της πλήρους άνθησης.

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος από τις υψηλές θερμοκρασίες που είναι στο στάδιο της πλήρους άνθησης/καρπόδεσης διαφέρει χρονικά από περιοχή σε περιοχή και για το λόγο αυτό θα πρέπει να προσδιορίζεται σε συνδυασμό του σταδίου αυτού με τις επικρατούσες μέγιστες θερμοκρασίες στη συγκεκριμένη περιοχή και δεν μπορεί να γενικεύεται. Για παράδειγμα στις 6 Μαΐου η θερμοκρασία ήταν πάνω από 30οC μόνο στις ανατολικές περιοχές της Πελοποννήσου (30,5 μέχρι και 33,5). Στην υπόλοιπη Ελλάδα οι θερμοκρασίες ήταν χαμηλότερες των 30οC (στοιχεία ΕΜΥ). Επομένως, μόνο αυτές οι περιοχές βρέθηκαν σε κίνδυνο και με την προϋπόθεση ότι οι ελαιώνες ήταν σε πλήρη άνθηση.

Παράγοντες που επηρεάζουν το μέγεθος των ζημιών από υψηλές θερμοκρασίες
Η σοβαρότητα των ζημιών εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Η ποικιλία παίζει σημαντικό ρόλο. Πολλά πειράματα έχουν δείξει ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην αντοχή των ποικιλιών στις θερμοκρασίες πάνω από τους 30 οC. Πειράματα στην Κρήτη έδειξαν ότι η γύρη των ποικιλιών ‘Μαστοειδής’ και ‘Καλαμών’, ήταν πιο ανθεκτική στις υψηλές θερμοκρασίες, των ποικιλιών ‘Κορωνέικη’ και ‘Αμυγδαλολιά’ μέτρια ανθεκτική στους 30 oC ενώ στη θερμοκρασία των 40 oC όλες οι ποικιλίες ήταν ευαίσθητες.

Η καλή θρεπτική και υδατική κατάσταση των δένδρων και των ανθέων επηρεάζει θετικά την αντοχή στις υψηλές θερμοκρασίες ενώ η μεγάλη διάρκεια των υψηλών θερμοκρασιών αυξάνει τον κίνδυνο των ζημιών. Υψηλότερη σχετική υγρασία στην ατμόσφαιρα είναι ευνοϊκή και μετριάζει τις ζημιές των υψηλών θερμοκρασιών. Η έκθεση του ελαιώνα και η πυκνότητα φύτευσης. Ελαιώνες με νότια έκθεση έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από αυτούς που βρίσκονται σε βορεινή έκθεση γιατί οι τελευταίοι έχουν χαμηλότερες θερμοκρασίες. Τα ποτισμένα ελαιόδενδρα κινδυνεύουν λιγότερο από τους ξηρικούς ελαιώνες.

Πρακτικές συστάσεις για τους παραγωγούς
Είναι γνωστό ότι έλεγχος των υψηλών θερμοκρασιών σε ένα ελαιώνα δεν είναι πρακτικά εύκολος η σχεδόν αδύνατος. Ορισμένες όμως καλλιεργητικές πρακτικές μπορεί να βοηθήσουν στο μετριασμό των ζημιών επηρεάζοντας ελαφρώς και τη θερμοκρασία των ελαιώνων. Ο κυριότερος τρόπος είναι τα κανονικά ποτίσματα του ελαιώνα ώστε να διατηρείται υγρό το έδαφος και να τροφοδοτεί τα φύλλα και τα άνθη με νερό ώστε να μειώνει τον κίνδυνο αφυδάτωσης. Επίσης διατηρεί το επίπεδο της σχετικής υγρασίας του αέρα σχετικά υψηλό και κατ’ επέκταση χαμηλότερο το ύψος της θερμοκρασίας. Χρειάζεται όμως προσοχή ώστε να αποφεύγονται τα υπερβολικά ποτίσματα που μπορεί να προκαλέσουν απόπλυση θρεπτικών στοιχείων από το έδαφος και να επηρεάσουν αρνητικά την καρπόδεση.

Η σχετικά πυκνότερη φύτευση (όχι βέβαια υπέρπυκνη) και πλουσιότερη βλάστηση (σε ποτιστικούς ελαιώνες) μπορεί να διατηρεί χαμηλότερες θερμοκρασίες στον ελαιώνα (λόγω μεγαλύτερης εξατμισοδιαπνοής). Αυτό σημαίνει να αποφεύγονται τα αυστηρά κλαδέματα στους ελαιώνες αυτούς.

Η σωστή λίπανση με βάση την ανάλυση των φύλλων που διατηρεί τα δένδρα σε καλή θρεπτική κατάσταση συμβάλλει στην καλή ανάπτυξη και ποιότητα των ανθέων για καλύτερη αντοχή σε αντίξοες συνθήκες και στην αποτελεσματική καρπόδεση.
Η καλλιέργεια επικονιαστριών ποικιλιών στον ίδιο ελαιώνα μπορεί να βοηθήσει στη γρηγορότερη ανάπτυξη του γυρεοσωλήνα και να επιδράσει θετικά στην καρπόδεση ακόμη και σε συνθήκες σχετικά υψηλών θερμοκρασιών.

Να αποφεύγονται τα οργώματα και φρεζαρίσματα ειδικά την άνοιξη που μειώνουν την υγρασία του εδάφους και την οργανική ουσία. Αντί αυτού να εφαρμόζονται πρακτικές που αυξάνουν την οργανική ουσία του εδάφους και διατηρούν μεγαλύτερες ποσότητες νερού στο έδαφος (ειδικά στους ξερικούς ελαιώνες). Τέτοιες πρακτικές είναι η χρήση χορτοκοπτικών και καταστροφέων για τον έλεγχο των ζιζανίων, η χλωρή λίπανση κλπ.

Θα μπορούσε θεωρητικά να εφαρμοστεί η μερική σκίαση του ελαιώνα με ειδικά δίκτυα κάλυψης. Για παράδειγμα, πειράματα με σκίαση κατά 30% της ηλιακής ακτινοβολίας έχουν δείξει ότι μπορεί να μειώσουν τη θερμοκρασία του αέρα κατά 2 οC και να μετριάσουν τις ζημιές από τις υψηλές θερμοκρασίες. Πρακτικά αυτό θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε νέους ελαιώνες που διατηρούνται τα δένδρα σε χαμηλό σχετικά ύψος. Το πρόβλημα όμως και στην περίπτωση αυτή είναι το οικονομικό.

SOS Κάλυψη με ΚΑΟΛΙΝΕΣ / ΚΑΟΛΙΝΗΣ / KAOLIN που εκτός από άριστη προστασία από το δάκο προσφέρει και άριστη προστασία από τίς ψηλές θερμοκρασίες και το θερμικό στρες του δέντρου δείτε περισσότερα για τον καολίνη εδώ

Κινδυνοι για την ελιά από τις χαμηλές θερμοκρασίες
Η ελιά παρόλο υποτροπικό είδος έχει κάποια μορφή σκληραγώγησης στο ψύχος. Η ελιά κινδυνεύει από τους πρώιμους φθινοπωρινούς παγετούς και τους χειμερινούς παγετούς και τεράστιες ζημιές συμβαίνουν περιοδικά και στη χώρα μας.
Έτσι έως και το Δεκέμβριο οι καρποί θα παγώσουν στους –3 ºC, τα φύλλα στους –3 έως –6 ºC, ο φλοιός στους –7 ºC και τοξύλο στους μεγαλύτερης ηλικίας βλαστούς στους –13 ºC.
Τον Ιανουάριο τα ελαιόδεντρα έχουν σκληραγωγηθεί (εάν έχει συλλεγεί ο καρπός) και οι οφθαλμοί και μεγάλης ηλικίας βλαστοί αντέχουν λίγο περισσότερο (κατά 2-3 ºC πιο χαμηλά) στο ψύχος.
Με το πέρας του ληθάργου η αντοχή στο ψύχος μειώνεται και ξεκινά η ανοιξιάτικη βλάστηση.

Η διαδικασία ωρίμανσης του καρπού μειώνεται όταν η θερμοκρασία πέσει κάτω από τους 10°C και διακόπτεται κάτω από 5°C.

Οι ανοιξιάτικοι παγετοί, δεν είναι περιοριστικός παράγοντας στη καλλιέργειας της ελιάς λόγω της όψιμης άνθησης της, ενώ οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες αναστέλλουν τη νέα βλάστηση, επηρεάζουν το σχηματισμό των ανθέων και την ανάπτυξη και ωρίμανση του καρπού.
Θερμοκρασίες χαμηλές μέχρι 0°C, δεν προκαλούν σοβαρή ζημιά στον ελαιόκαρπο. Σε αυτή την περίπτωση ό ελαιόκαρπος συρρικνώνεται, αλλά ή συρρίκνωση δεν είναι μόνιμη και ό ελαιόκαρπος επανακτά τη φυσιολογική σπαργή του εφόσον δεν μεσολαβήσουν αργότερα παγετοί. Σε χαμηλότερες όμως θερμοκρασίες, μέχρι -2°C έως -4°C διάρκειας μιας ώρας, ο ελαιόκαρπος συρρικνώνεται μόνιμα. Ο πράσινος ελαιόκαρπος είναι πιο ευαίσθητος από το μαύρο και λαμβάνει καφέ χρώμα μετά από παγετό.

Ο παγωμένος ελαιόκαρπος συρρικνώνεται και δεν επανακτά τη φυσιολογική σπαργή του. Οι παγωμένοι καρποί, ανεξάρτητα αν είναι πράσινοι ή μαύροι, είναι ακατάλληλοι για κονσερβοποίηση, είναι όμως κατάλληλοι για ελαιοποίηση.

Παθητική προστασία από τους παγετούς

Νοτιοανατολική έκθεση, επικλινές έδαφος και μικρό υψόμετρο βοηθούν στην αποφυγή ζημιών από παγετούς.
Σε εγκατεστημένους οπωρώνες οι ανεμοφράκτες μπορεί να δημιουργήσουν θύλακα παγετού στον οπωρώνα και να προκαλέσουν μεγαλύτερη της αναμενόμενης ζημιά.
Η χημική ζιζανιοκτονία ή χαμηλή κοπή (καθαρό από ζιζάνια, ακαλλιέργητο έδαφος) και το υγρό έδαφος μειώνουν τον κίνδυνο παγετών.


Τα παρακάτω κάνουν το δέντρο πιο ευαίσθητο στους παγετούς:
  • Όψιμη αζωτούχος λίπανση και
  • αρδεύσεις το προηγούμενο καλοκαίρι,
  • υπερβολική καρποφορία,
  • καθυστερημένη συγκομιδή,
  • πρώιμο κλάδεμα πριν τον παγετό,
  • αποφύλλωση από εχθρούς και ασθένειες την προηγούμενη βλαστική περίοδο,
  • ακατάλληλο υποκείμενο και γενικά διάφορες καταπονήσεις (έλλειψη ανόργανων στοιχείων και νερού, κ.λπ.)
Μείωση του κινδύνου ζημιών μπορεί να επιτευχθεί με ψεκασμούς με χαλκούχα σκευάσματα τα τέλη Χειμώνα για μείωση των παγοποιητικών βακτηρίων (Pseudomonas syringae) στην επιφάνεια των φυτών (καθώς τα βακτήρια είναι υπεύθυνα για την έναρξη των παγοκρυστάλλων) ή με κάλυψη των φυτών (φράουλα με άχυρο) ή κορμού (ακτινιδιά με μονωτικά υλικά) ώστε να αποφύγουν την άμεση έκθεση στις ελάχιστες θερμοκρασίες.

Η καθυστέρηση της άνθισης μελετάται αλλά δεν εφαρμόζεται ακόμα πουθενά διεθνώς. Καθυστέρηση της άνθισης μπορεί να επιτευχθεί με εφαρμογή ethephon το Φθινόπωρο, με περιοδικό τεχνητό δροσισμό (με αρδευτικά μπεκ) μετά το πέρας του ληθάργου και με την εφαρμογή πυκνών ελαίων (παράλληλα με την αντιμετώπιση ζωικών εχθρών).
Ενεργητική προστασία από παγετούς

Μια επιτυχής ενεργητική προστασία από παγετούς προϋποθέτει τη γνώση της αντοχής των φυτών εκείνη τη στιγμή στις χαμηλές θερμοκρασίες, κατάλληλη πρόγνωση του καιρού τουλάχιστον λίγες ώρες πριν (πόσο χαμηλά και πόσες ώρες θα πέσει η θερμοκρασία) και την εγκατάσταση μιας μεθόδου παγετοπροστασίας.

Διεθνώς ενεργητική προστασία γίνεται με θέρμανση του οπωρώνα με καύση υλικών όπως άχυρου, παλιών ελαστικών, ή με κατάλληλες θερμάστρες που χρησιμοποιούν λάδια, πετρέλαιο ή φυσικό αέριο. Η μέθοδος αυτή εγκαταλείπεται λόγω των επιπτώσεων που έχει στο περιβάλλον.


Οι πιο εκτεταμένες μορφές ενεργητικής προστασίας από παγετούς διεθνώς και στην Ελλάδα είναι η χρήση ανεμομικτών και η τεχνητή βροχή όμως οι ανεμομίκτες κοστίζουν πολύ, απαιτούν συγκεκριμένη διαδικασία για να λειτουργήσουν (όταν χρησιμοποιείται πετρελαιομηχανή), μπορούν να καλύψουν 20-40 στρέμματα οπωρώνα και να ανεβάσουν τη θερμοκρασία στο ύψος των δέντρων, ανάλογα με το βάθος και ύψος της θερμοροφής και τον άνεμο, κατά 2-4 ºC το πολύ.

Συνδυασμός των μεθόδων καύσης υλικών και ανεμομίκτη χρησιμοποιούνται σε μερικές περιοχές του κόσμου ακόμα και για μείωση των ζημιών από έντονους παγετούς του Χειμώνα.
Ο πιο επεκτεινόμενος τρόπος ενεργητικής προστασίας από παγετούς είναι η άρδευση με ατομικά μπεκ (τεχνητή βροχή) που βρίσκονται μέσα ή πάνω από την κόμη του δέντρου.

Η εφαρμογή από νωρίς το βράδυ νερού στην επιφάνεια του φυτού και εδάφους προκαλεί έκλυση θερμότητας (κατά την πήξη του νερού) αλλά και μόνωση των ιστών που καλύπτονται από πάγο ώστε να αποφευχθεί η πτώση της θερμοκρασίας αυτών κάτω του –1 ºC ανεξάρτητα από τη θερμοκρασία του αέρα.

Αυτός ο τρόπος παγετοπροστασίας απαιτεί υψηλή παροχή νερού και ύπαρξη δικτύου άρδευσης με πίεση, μπορεί να προκαλέσει σπάσιμο των κλάδων αλλά θεωρείται ο αποτελεσματικότερος των μεθόδων που χρησιμοποιούνται.

Σχετικά Άρθρα:
Κ65
Κ2  ΕΛΙΑ
Κ15
215 ΕΛΙΑ ΚΛΑΔΕΜΑ 
180 ΕΛΙΑ ΕΧΘΡΟΙ 

Κ24
111 ΕΛΙΑ ΕΧΘΡΟΙ 
Δείτε επισης 
https://www.ypaithros.gr/klimatiki-allagi-dioxnei-elies/
https://www.ypaithros.gr/ekdoseis/kalliergeia-elias-klimatiki-allagi/
https://www.olivenews.gr/
https://www.tovima.gr/science/article/?aid=581704
https://rhizomaoliveoil.com/
https://foninews.gr//
https://www.amcham.gr/wp-content/uploads/2015/agrotalks/konstantopoulos.pdf
https://www.climate2017.eu/
https://www.agro24.gr/agrotika/proionta/georgia/i-allagi-klimatos-epireazei-sovara-tis-kalliergeies
https://www.agronews.gr/
https://ipiros.gr/portal2/index.php?option=com_content&view=article&id=21865:kalliergeia-elias&catid=39:t-&Itemid=71
https://hpeiros.gr/portal2/index.php?option=com_content&view=article&id=21865:kalliergeia-elias&catid=39:t-&Itemid=71
https://cfn.gr/tag/%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CE%AC/
https://agroselida.blogspot.gr/2016/11/h.html
https://www.e-mesara.gr/index.php/2015-02-25-08-29-43/17524-2016-02-20-13-06-06
https://frontistesgis.gr/oi-epidraseis-ton-xamhlon-thermokrasion-sta-oporofora-dentra-kai-thn-elia/
https://www.agrocapital.gr/Category/Kalliergies/Article/26047/kindynos-gia-tin-elia-apo-tis-ypsiles-thermokrasies

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη

SUBSCRIBE & FOLLOW

Blog News: Μόλις αποκτήσαμε NEA Ειδησεογραφική Εφημερίδα με News Clips Πρώτης Γραμμής » ΕΔΩ

Blog News: Mπορείτε να γίνετε Ενεργό μέλος της ομάδας Naturalife, κάνετε ερωτήσεις, απαντήσετε σε ερωτήσεις, ανεβάστε άρθρα φωτογραφίες και video κάντε εγγραφή » ΕΔΩ 

Όροι χρήσης - Terms of use - Privacy Policy

Προσοχή οι πληροφορίες που δημοσιεύονται αφορούν συνδέσμους βιβλίων και Ιστοσελίδων για βότανα και διατροφή που υπάρχουν στο διαδίκτυο εμείς ούτε είμαστε αρμόδιοι ούτε προτείνουμε και ουδεμία ευθύνη φέρομε για τη χρήση τους, παρακαλούμε για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στους αρμόδιους Ιατρούς, και τους συγγραφείς των βιβλίων και των άρθρων. Και ειδικά σε σοβαρά θέματα υγείας πάρτε άμεσα οδηγίες ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΜΟΔΙΟ ΘΕΡΑΠΩΝ ΙΑΤΡΟ ο οποίος είναι ο μόνος κατάλληλος να κρίνει πως θα πρέπει να συνδυαστεί η φαρμακευτική αγωγή με τη διατροφή. Σε κάθε περίπτωση, προτού αποφασίσετε να δοκιμάσετε οποιαδήποτε εναλλακτική δίαιτα ή μέθοδο καταπολέμησης κάποιας ασθένειας/πάθησης, είναι σώφρον να επικοινωνήσετε πρώτα με τον *προσωπικό σας ( *θεράπων ) ιατρό, ο οποίος θα σας συμβουλέψει κατάλληλα. Προσοχή μην χρησιμοποιήσετε κάποιο βότανο ή έλαιο στο οποίο είστε αλλεργικοί. Ενώ ποτέ δεν πρέπει να ξεπερνάτε τις δοσολογίες ( συμβουλευτείτε μόνο Ειδικό ). Προσοχή στην εγκυμοσύνη και στο θηλασμό πριν τη χρήση βοτάνων πάρτε άμεσα οδηγίες αποκλειστικά και μόνο από γυναικολόγο σας. Παρακαλούμε διαβάστε τους Όρους χρήσης , σύμφωνα με τον Νόμο Ν.2121/1993 περί πνευματικών δικαιωμάτων και ποιες δημοσιεύσεις υπάγονται στις εξαιρέσεις του